Τετάρτη 15 Ιανουαρίου 2014

Μια ληστεία στα Πάνω Σουδενά το 1880

Ληστές και βοσκοί στη Φθιώτιδα. Σχέδιο Ε. Ronjat

Στις 16 Δεκεμβρίου 1880 δημοσιεύτηκε στην αθηναϊκή εφημερίδα Παλιγγενεσία άρθρο για μια ληστεία που έγινε στο χωριό μας.
Εκείνη η εποχή ήταν η χειρότερη για την περιοχή του Ζαγορίου, με τις συνεχείς ληστείες, οι οποίες οδήγησαν στην μετανάστευση του 20% περίπου των Ζαγορισίων. Όπως φαίνεται και στο άρθρο, οι ληστρικές ομάδες ήταν πολυμελείς και διεξάγονταν πραγματικές μάχες μεταξύ των ληστών, από τη μια πλευρά, και των αποσπασμάτων που πλήρωναν οι Ζαγορίσιες κοινότητες, αλλά και η Οθωμανική διοίκηση, η οποία εγκαταστάθηκε στο Ζαγόρι έπειτα από την κατάργηση του προνομίου της αυτοδιοίκησης, το 1868.
Όσον αφορά τα σπίτια που αναφέρονται στο άρθρο:
Το σπίτι της Στασινής Λαμπρίδη είναι το σπίτι που ανήκει στον Παναγιώτη και τον Βασίλη Τσουμάνη.
Τα σπίτια των Τουρτούρη και Χατζή βρίσκονταν στο χώρο που σήμερα είναι χτισμένος ο στάβλος της Χρυσάνθης Παπιγκιώτη.
Η οικία Ματσίκα βρισκόταν πάνω από το σπίτι του Γκούστη, κάτω από τον ξενώνα Πρίμουλα.
Του Καραντάνη είναι το σπίτι της Λόπης, που ανήκει σήμερα στον Γιάννη Κυρλιγκίτση.
Οικία Ζαφείρη είναι το σπίτι που ανήκει σήμερα στο Σπύρο Παππά και τον Μάκη Καππά.
Το παντοπωλείο Βρανιαλή είναι, πιθανότατα, το παλιό παντοπωλείο του Τσιγαρά.
Η οικία Καψιώφα, ενδεχομένως να είναι το σπίτι της Ηλέκτρας ή το σπίτι «της Λεύκως», πιο πάνω.
Ακολουθεί το άρθρο:

«Τό ἀτυχές Ζαγόριον ἐξακολουθοῦσι νά ληστεύουσι οἱ Θυάμιδες Ὀθωμανοί. Τήν 28 παρελθόντος, περί τήν 10 ½ ὣραν τῆς ἡμέρας τουρκιστί, ἤ τήν 3 μ.μ., 70 λησταί, ὑπό τήν ἀρχηγίαν τοῦ Σταυράκη ἐκ Σέλλιανης καί τοῦ Μούχα ἐκ τοῦ τμήματος Παραμυθέας, εἰσέβαλλον εἰς τήν κώμην τοῦ Ζαγορίου Ἄνω Σουδενά, τήν γενέτειραν τοῦ Νεοφύτου Δούκα, Δόττου, Ἰωαννίδου, Λαζαρά, Τσαπάρα καί τοσούτων ἄλλων λογίων ἀνδρῶν καί διηυθήνθησαν κατ’ εὐθεῖαν πρός τήν σχολήν τῆς κώμης καί τήν ἐκκλησίαν, ἐπί σκοπῶ νά αἰχμαλωτίσωσιν τόν διδάσκαλον μετά πολλών πλουσιοπαίδων, ὡς καί πολλούς ἄλλους εὐπόρους οἰκοκυραίους, οὕς ἤλπιζαν νά εὕρωσιν ἐν τῇ πλατείᾳ τῆς ἐκκλησίας, καί εἷτα νά ἐξακολουθήσωσιν τήν λεηλασίαν τῆς κώμης. Ἀλλ’ ἀπέτυχον, διότι τό σχολεῖον ήτο κεκλεισμένον, ὡς καί ἡ ἐκκλησία, ἕνεκα τοῦ πρό ἡμισείας ὥρας λαβόντος χώραν ἐνταφιασμοῦ τῆς Στασινῆς Λαμπρίδου, μεθ’ ὅν ἄνδρες καί γυναῖκες κατά τό εἰωθός εἶχον μεταβῇ εἰς τήν οἰκίαν τῆς θανούσης πρός παρηγορίαν τῶν συγγενῶν. Οἱ λησταί ὡς ἐκ τούτου ἀπήντησαν δύο γέροντας καί ἤρξαντο χειρῶν ἀδίκων, ἀναγκάζοντες τόν ἕνα τούτων νά ὁδηγήσῃ τούτους εἰς τι παρακείμενον παντοπωλεῖον, τόν δ’ ἕτερον εἰς τήν οἰκίαν τοῦ προεστῶτος τοῦ χωρίου. Ἐπειδή δέ ἐπυροβολήθησαν ὑπό τινος δεκανέως τῆς χωροφυλακῆς καί φύλακος τῆς κώμης, ἄφησαν τούς γέροντας καί ἀντεπυροβόλησαν κατ’ ἐκείνου δίς καί εἷτα ἐπεδόθησαν εἰς τήν λεηλασίαν καί πυρπόλησιν τῶν οἰκιῶν. Οἱ ἐν τῇ οἰκία Λαμπρίδου συνηθροισμένοι χωρικοί, ἄμα ἤκουσαν τούς πυροβολισμούς, ἠννόησαν ὅτι λησταί εἰσήλασαν καί ἀθρόοι μετά 170 περίπου γυναικοπαίδων ἔτρεξαν και εἰσῆλθον εἰς τήν παρακειμένην μονήν τῆς Εὐαγγελιστρίας, ἧς ὁ περίβολος πολύ ὑψηλός καί ἰσχυρός καί οἱ πύλαι αὐτοῦ σιδηραῖ.
Οἱ λησταί ἐν τούτοις ἐπροχώρουν καί εὑρίσκοντες τάς οἰκίας κεκλεισμένας καί ἄνευ ἀνθρώπων ἐπυρπόλουν αὐτάς. Πρώτην προσέβαλον τήν οἰκίαν τοῦ μακαρίτου διδασκάλου Μ. Τουρτούρη, ἧς συνέτριψαν τάς θύρας, ἐλεηλάτησαν καί εἷτα ἐπυρπόλησαν. Ἐκ τῆς οἰκίας ταύτης τό πῦρ μετεδόθη καί εἰς τήν παρακειμένην, τήν τοῦ Χατσῆ, ἥτις καί αὐθωρεί ἐγένετο παρανάλωμα τοῦ πυρός, ἕνεκα τοῦ πνέοντος ἀνέμου. Κατόπιν ἐλεηλάτησαν ἐπί μίαν ὥραν τήν οἰκίαν Ματσίκα καί εἷτα ἐπυρπόλησαν αὐτήν. Ἐκείθεν ὥρμησαν ἐπί τῆς πτωχοτάτης οἰκίας Καραντάνη, εἰς ἥν εἶχον καταφύγει αἱ οἰκογένειαι τῶν τριῶν εἰρημένων οἰκιῶν. Ἡ οἰκοδέσποινα ἀνθίστατο καί δέν παρέδιδε τάς οἰκογενείας, κακοποιοῦσα ὅπως ηδύνατο τούς ληστάς, οἵτινες, ἱδόντες τήν ἀντίστασιν τῆς οἰκοδεσποίνης, ἔβαλον πῦρ εἰς τήν οἰκίαν, ἥτις καί ἡμιεκάη. Ἐκεῖθεν ἐπορεύθησαν εἰς τήν οἰκίαν τοῦ Κ. Ζαφείρη, ἀφ’ ἧς ἀφήρεσαν πλεῖστα πράγματα. Εἷτα ἐλεηλάτησαν τό παντοπωλεῖον Βρανιαλῆ καί ἐξηνάγκασαν αυτόν νά τούς ὁδηγήσῃ εἰς τάς εὐπορωτέρας τῆς κώμης οἰκίας, ἀλλά μόνον τήν τοῦ Καψώφα προσέβαλον καί ἐλεηλάτησαν, ἀφαιρέσαντες καί τήν ἡμίονον αὑτού, ἐφ’ ἧς ἐφόρτωσαν τά πολύτιμα πράγματα, ἅτινα εἶχον συνάξει. Ἐν τῶ μεταξύ τούτῳ εἰδοποιηθέντες οἱ φύλακες τῶν κωμῶν Κάτω Σουδενῶν καί Τσερβαρίου, ἔσπευσαν καί κατέλαβον τό ὕψωμα τοῦ Προφήτου Ἠλιοῦ καί ἐπυροβόλουν τούς ληστάς. Τότε ἐξῆλθον καί οἱ ἀγροφύλακες τῆς κώμης ἐκ τῆς μονῆς Εὐαγγελιστρίας, εἰς ἥν εἶχον εἰσέλθει πρός ἄμυναν τῶν γυναικοπαίδων, καί ἤρξαντο νά πυροβολῶσι τούς ληστάς, ἀφ’ ἑτέρου ἐκ τῆς κώμης Βείτσης καί ὁ ἐκεί παρατυχών φιλότιμος Χασάν ἐφέντης ἐπί κεφαλῆς 12 ἀνδρῶν καί προσέβαλεν ἐκ τῶν νώτων τούς ληστάς, τρέψας αὐτούς εἰς φυγήν καί σώσας οὕτω τήν κώμην τῆς περαιτέρω καταστροφῆς. Οἱ κακοῦργοι μεθ’ ἑνός αἰχμαλώτου ἔλαβον τήν εἰς Δοβράν ἅγουσαν, ἀλλ’ ἐν Δοβρᾷ ἐπυροβολήθησαν ὑπό τῶν φυλάκων τῆς κώμης ταύτης, οἵτινες ἐπλήγωσαν καιρίως ἕνα τῶν ληστῶν, βιασθέντων ν’ ἀφήσωσι τόν αἰχμάλωτον. Ἐκείθεν κατῆλθον εἰς τήν πεδιάδα καί ἐπορεύθησαν εἰς τήν πλησίον τῆς γέφυρας Ραΐκου μονήν τῆς Παληουρῆς, ἧς ὁ ἡγούμενος εἰδοποίησεν ἀμέσως τόν ἐν τῇ εἰρημένῃ γεφύρᾳ σταθμεύοντα στρατόν, ὅστις προσέβαλεν αὐτούς, καί ἕνα μέν ἐφόνευσαν, ἕνα δέ συνέλαβον ζῶντα καί ὡδήγησαν ἐνταῦθα, καί νά ἵδομεν τί ἐξαχθήσεται ἐκ τῆς ἀνακρίσεως, ἥτις ἤρξατο ἤδη».

Η "καστρόπορτα" της Ευαγγελίστριας 
 .

1 σχόλιο:

  1. Βαγγέλη συγχαρητήρια για την πολύ σημαντική ιστορική πληροφόρηση. Τράκη Βασιλική Ευχαριστώ !!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή